Οι Μεταφραστές/Ρεζί Ρουανσάρ

Απομονωμένοι σε ένα πολυτελές καταφύγιο, χωρίς καμία επαφή με τον έξω κόσμο, εννέα μεταφραστές από διαφορετικές χώρες συγκεντρώνονται για να αποδώσει ο καθένας στη γλώσσα του τον τελευταίο τόμο μίας από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Αλλά μόλις εμφανίζονται στο διαδίκτυο οι δέκα πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος και ένας χάκερ απειλεί να αποκαλύψει τη συνέχεια αν δεν του δοθεί ένα αστρονομικό ποσό, ένα ερώτημα γίνεται εμμονή ('πώς διέρρευσε το βιβλίο;') και η ήδη προβληματική κατάσταση εκτροχιάζεται.

Αυτή είναι η υπόθεση των "Μεταφραστών", του συναρπαστικού θρίλερ του Ρεζί Ρουανσάρ («Populaire»), ένας δε από τους "μεταφραστές" είναι ο Έλληνας ηθοποιός Μανώλης Μαυρομάτης.

Στην τηλεοπτική συνέντευξη που μάς έδωσε ο Ρεζί Ρουανσάρ στο πλαίσιο του “Rendez-vous With French Cinema 2020” της Unifrance στο Παρίσι τον Ιανουάριο, μιλάει για τα εντυπωσιακά, υποβλητικά σκηνικά της ταινίας του, για τα αληθινά bunkers που υπάρχουν κάτω από το κεντρικό Λονδίνο φτιαγμένα για το τέλος του κόσμου,(...), τις σινεφιλικες αναφορές του, και φυσικά για τον κύριο πρωταγωνιστή του, τον πάντα απολαυστικό στον ρόλο του “κακού” Λαμπέρ Ουιλσόν.

 

Σαν το πλατό στα “Παράσιτα”

Ήταν πράγματι πολύ εντυπωσιακή η καλλιτεχνική διεύθυνση. Αυτό το chateau που είδατε υπάρχει, όχι όμως οι υπόγειες εγκαταστάσεις του, που τις κατασκευάσαμε ειδικά για την ταινία. Εμπνεύστηκα αυτό το στούντιο από ένα ταξίδι μου στο κεντρικό Λονδίνο, όπου στα υπόγεια αρκετών πολυτελών κατοικιών υπάρχουν ολόκληρα anti-apokalypse bunkers  εξοπλισμένα με όλα αυτά που βλέπετε στην ταινία, με πισίνες, τοίχους για ορειβασία, μπαρ, μπιλιάρδα κλπ.

Δημιουργήσαμε μια “γεωγραφία” στο στούντιο. Η ντεκορατέρ μου κατάφερε να κάνει αυτό το μέρος ενιαίο, μια τρομακτική κάπως ενότητα που θα μπορούσε να αντικαθρεφτίσει την ψυχική κατάσταση και το πνεύμα του χαρακτήρα του Λαμπέρ Ουιλσόν.

Μετά, σαν χρώμα επιλέξαμε το ακατέργαστο μπετόν, γιατί το γκρι αφήνει να φαίνονται καλύτερα οι σιλουέτες τριγύρω. Ήμουν πάντα μαγνητισμένος από το γκρι που ο Χίτσκοκ χρησιμοποιούσε στις ταινίες του.

Ταυτόχρονα, οι χώροι έπρεπε να είναι αρκετά άνετοι, ώστε να μπορώ να λαμβάνω διαφορετικές λήψεις με την κάμερα μου από όλους αυτούς τους ανθρώπους που, μην το ξεχνάμε, την περισσότερη ώρα ήταν καθισμένοι σε μια καρέκλα. Στην αρχή, κάναμε τον σχεδιασμό στον υπολογιστή, μετά σε τρισδιάστατο και τέλος περάσαμε στην πράξη. 

Χαίρομαι που κάνατε αυτή τη σύγκριση με τα “Παράσιτα”, γιατί αυτός ήταν και μένα ο σκοπός μου μου: το ντεκόρ να είναι βασικά ο πρωταγωνιστής της ταινίας. Σαν να είναι ακόμα ένα πρόσωπο, ένας χαρακτήρας. Είδα τα “Παράσιτα”όταν ακόμα ήμουν στο στάδιο του μοντάζ και είπα μέσα μου “οκ, υπάρχουν όντως κάποιες ομοιότητες εδώ”.

Οι “Μεταφραστές” είναι άνθρωποι που δύσκολα τους δίνουμε χρήματα για να κάνουν τη δουλειά τους και καμιά φορά αναγκάζονται να κάνουν παράλληλα κι άλλες δουλειές, παίρνουν όλο και λιγότερους μισθούς, είναι αόρατοι άνθρωποι – κι εμείς τους βάζουμε σε μέρη τέτοια ώστε να γίνονται ακόμα πιο αόρατοι. Βρίσκω πως αυτό είναι κι ένα κάπως συνεκτικό στοιχείο με την ταινία του Μπον Τζουν-Χο.

 

Ο Χίτσκοκ και ο θεατής

Οι αναφορές μου είναι Χίτσκοκ, Ντε Πάλμα. “Ο Αόρατος Συγγραφέας” επίσης, του Ρομάν Πολάνσκι, που αναφέρατε κι εσείς, με παρόμοιο περιβάλλον.

Είμαι σκηνοθέτης και ταυτόχρονα μεγάλος σινεφίλ, βλέπω και ξαναβλέπω ταινίες. Δεν τις αντιγράφω, αλλά κάποιες φορές κάποια πράγματα μένουν μέσα μου, οπότε μπορεί να αναφέρομαι κάπου ασυνείδητα. Πρέπει να αφήνουμε τις επιρροές μας ελεύθερες.

Σκέφτομαι πάντα τον θεατή, όχι τόσο με την έννοια του πόσα χρήματα θα φέρει η ταινία, πόσα εισιτήρια θα κόψει, αλλά και τι συναισθήματα τού προκαλεί η ταινία μου. Με ενδιαφέρει η συμμετοχή του, το να διασχίσει, όπως λέμε, την οθόνη και να δει από μέσα της.

 

Αληθινή ιστορία

Η ίδια η ιστορία του φιλμ αναφέρεται σε πραγματικό περιστατικό, τη μετάφραση του “Inferno” του Νταν Μπράουν μερικά χρόνια πριν, η οποία πραγματοποιήθηκε στα υπόγεια του εκδοτικού οίκου στο Μιλάνο. Κι αυτό για να αποφευχθεί η πειρατεία. Είναι φρικτό να κλείνεις τους ανθρώπους έτσι και να τους υποβάλλεις και στη διαδικασία να σκέφτονται ότι το κάνουν για την αγάπη για την τέχνη.

Αυτοί οι άνθρωποι βασικά ήταν φυλακισμένοι, όπως και στην ταινία μου.

Μόλις διάβασα γι' αυτήν την ιστορία, είχα βρει και το υλικό της επόμενης ταινίας μου.

Μετά σκέφτηκα πως αν ήμουν εγώ εκεί, τι θα έκανα; Πώς θα έκλεβα το χειρόγραφο;

 

Για τον Λαμπέρ

Ο Ουιλσόν έχει μια φινέτσα τέτοια που είναι εύκολο να τον φανταστείς σαν έναν εκδότη που μένει στο Ζεν Ζερμέν στο Παρίσι - και από την άλλη έχει υπάρξει “κακός” σε πολλές ταινίες στο σινεμά που μ' έχουν ενθουσιάσει. Επίσης, ταιριάζει στο κοινό κάθε ηλικίας, στους νεαρότερους, με το “Matrix”, και στους γηραιότερους σαν τη μητέρα μου που τον θυμάται από παλιές γαλλικές ταινίες. 

Δουλέψαμε πολύ για τη φωνή του, για τον τόνο που έπρεπε να έχει. Θέλαμε να είναι σαν ένα φίδι που ελίσσεται ανάμεσα σε αυτούς τους ανθρώπους. Τον σκέφτηκα αμέσως για τον ρόλο και όταν εκείνος διάβασε το σενάριο δέχθηκε επίσης αμέσως.

 

Η μαγεία της οθόνης

Ό,τι και να πω τώρα θα είναι παρωχημένο αύριο, αλλά αυτό που με ενδιέφερε στο φιλμ ήταν το πώς αλλάζουμε σε σχέση με τις μηχανές. Στο Διαδίκτυο υπάρχει μια μεγάλη έλλειψη μαγείας - τα έχουμε όλα, την ίδια στιγμή. Το φιλμ μου ελπίζω να ταξιδέψει το κοινό σε λίγο πιο παράξενους κόσμους, όπου υπάρχει ακόμα λίγο μυστήριο.

 

* “Οι Μεταφραστές” προβάλλονται στις ελληνικές αίθουσες από τις 18 Ιουνίου 2020, σε διανομή Feelgood Entertainment.